ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ

ΕΙΚΑΣΤΙΚΗ ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΑΠΟ ΤΟΝ ΓΙΩΡΓΟ ΚΟΡΔΗ ΤΟΥ ΚΑΒΑΦΙΚΟΥ ΠΟΙΗΜΑΤΟΣ «ΕΠΙΤΥΜΒΙΟΝ ΑΝΤΙΟΧΟΥ ΒΑΣΙΛΕΩΣ ΚΟΜΜΑΓΗΝΗΣ»

εικαστική ερμηνεία από τον Γιώργο Κόρδη του καβαφικού ποιήματος «Επιτύμβιον Αντιόχου βασιλέως Κομμαγηνής»

ΕΠΙΤΥΜΒΙΟΝ ΑΝΤΙΟΧΟΥ ΒΑΣΙΛΕΩΣ ΚΟΜΜΑΓΗΝΗΣ

Στην επιτοίχια αυτή σύνθεση επιχείρησα ένα διάλογο με το ομώνυμο ποίημα του Κ.Π. Καβάφη.

Γοητευμένος από την αφηγηματική δομή του ποιήματος συνέθεσα την τοιχογραφία ως γραφή και ὀχι  ως αναπαράσταση ακολουθώντας την ροή του ποιήματος.  Η οριζόντια σύνθεση, που γράφεται από αριστερά προς τα δεξιά, εκκινεί με τον νεκρό βασιλέα να αιωρείται στο σκοτάδι της ανυπαρξίας και συνεχίζεται στον κόσμος των ζώντων όπου η αδελφή του εκλιπόντος θρηνώντας  ενώπιον  του σιωπηλού, σχεδόν απρόσωπος αλλά μετοχικού  δήμου, αναζητά στην γραφή του Εφέσιου σοφιστή Καλλίστρατου επιτύμβιο άξιο του κλέους του αδελφού της. Κι εκείνος το παρέχει με λόγια γλαφυρά τονίζοντας,  ότι, εκτός των άλλων,  υπήρξε «ελληνικός» ιδιότης που αγγίζει τα όρια των ανθρωπίνων. 

Αυτήν ακριβώς την αρετή του αποθανόντος  βασιλέα Κομμαγηνής προσπάθησα να ερμηνεύσω μέσα από την θέση και στάση του νεκρού ο οποίος εικονίζεται να αιωρείται αβαρής ερρύθμως γύρω από  το νήμα της στάθμης ( κριτήριον ορθότητας)  ενώ επάνω στο οριζοντιωμένο σώμα του έχει εναποτεθεί ευλαβικά βίβλος όπου γραμμένο το «μέτρον άριστον».

Η ένταξη όλων των στοιχείων σε χιαστί τεμνόμενους άξονες, η εν ρυθμῷ  δηλαδή διάταξη-σύνθεση στην ελληνική εικαστική παράδοση προσφέρει στα εικονιζόμενα  ταυτόχρονη κίνηση και σταθερότητα, δηλαδή χαρακτηριστικά της εφήμερης  ζωής αλλά και της αιωνιότητας.  Μες τον τρόπο αυτό ο νεκρός βασιλέας μετέχοντας των ιδιοτήτων του κόσμου, γίνεται κόσμος και απαθανατίζεται.

Η επίπεδη γραφή της εικαστικής σύνθεσης με την σχεδόν πλήρη έλλειψη πλαστικότητας βασίστηκε στην ποιότητα της γραμμής ακολουθώντας  μακραίωνη ελληνική εικαστική παράδοση που, αγγίζοντας την τελειότητα με τους  ζωγράφους των αγγείων συνεχίζεται στον θαυμαστό κόσμο των βυζαντινών τοιχογράφων και της λαϊκής ζωγραφικής της Τουρκοκρατίας.

Η επιλογή τέλος του περιορισμού της χρωματικής παλέτας στο ασπρόμαυρο με ελάχιστες χρωματικές νύξεις  γαιωδών χρωμάτων, έγινε εσκεμμένα προκειμένου το έργο να γράφει δυνατά από απόσταση πλαισιωμένο από το θερμό γκρίζο του τσιμέντου. Με την   σχεδόν  ασπρόμαυρη ατμόσφαιρα επιδιώξαμε να  αποφορτίσουμε συναισθηματικά το θέμα  προσδίδοντάς του επισημότητα και μεγαλείο.

Το έργο εκτελέστηκε κατευθείαν επί του τοίχου με τη χρήση μικτής τεχνικής  (Υδρύαλος, πρώτη ύλη ακρυλικού και χρωστικές οξειδίων  σιδήρου).

Γιώργος Δ. Κόρδης
Ζωγράφος

 

Με τη σύνθεσή του, η οποία έχει αφετηρία της το θεωρούμενο ως ένα από τα αδύναμα ποιήματα του Κ. Π. Καβάφη (1863-1933), χρονολογημένο το 1923, «Επιτύμβιον Αντιόχου βασιλέως Κομμαγηνής», ο Γιώργος Κόρδης (γ. 1956) φιλοτεχνεί το δικό του ζωγραφικό σχόλιο στην καβαφική ποίηση. Το καβαφικό ποίημα μόνο μετά από τη δεύτερη ή την τρίτη ανάγνωσή του αναπτύσσεται μέσα μας, απλώνει τα φτερά του και μας φανερώνει τις κρυμμένες ομορφιές του, παρατηρεί ο Γιάγκος Πιερίδης (1897-1970), που έζησε δίπλα στον Καβάφη από το 1925. Τηρώντας το μορφοπλαστικό ιδίωμά του, στο οποίο συνδυάζονται εικονογραφικοί τύποι της μεταβυζαντινής ζωγραφικής με προσωπικό πνεύμα, ο Κόρδης ανανεώνει την εμβέλεια της υποβλητικής ατμόσφαιρας που την υπαγόρευε σε κάθε στιγμή του ο Αλεξανδρινός. Ποιητικός χαρακτήρας και λιτή χρωματική κλίμακα αποδίδουν τοιχογραφία αρμονικά ενταγμένη στον προαύλιο χώρο του Αμφιθεάτρου της Βιβλιοθήκης της Φιλοσοφικής Σχολής του ΕΚΠΑ.    

Δημήτρης Παυλόπουλος
Καθηγητής Ιστορίας της Τέχνης ΕΚΠΑ

 

Επιτύμβιον: επικήδεια επιγραφή. Με λεκτική λιτότητα συνοψίζει σε ελάχιστες γραμμές την ιστορία μίας κοιμωμένης ζωής. Σμιλεύεται σε πέτρα, υλικό ανθεκτικό στον χρόνο, που ίσως αποβεί στο μέλλον πηγή κατανόησης ενός παρωχημένου παρελθόντος. Συνδέει τον θάνατο με τη ζωή, τη σιωπή με τον λόγο, την ποίηση με τη γλυπτική.

Ο Κ. Π. Καβάφης έχει φιλοτεχνήσει δώδεκα επιτύμβια ποιήματα. Το συγκεκριμένο δείχνει τη σύνθεσή του ως προϊόν μίας δημιουργικής παραγγελίας εν θερμώ, με παραγγελιοδόχο τον ελεγχόμενο για την αξιοπιστία του, οικείο στην οικογένεια του εκλιπόντος, σοφιστή Καλλίστρατο τον συντονισμένο στις υποδείξεις Σύρων αυλικών ως προς το καλλιεπές του στιχουργήματός του. Επιτύμβιο για έναν απροσδιόριστο ιστορικά Αντίοχο, σκηνοθετημένο έτσι ώστε να είναι αμφίβολο εάν επιδιώκει να συντηρήσει στο παρόν τη μνήμη ενός αποθανόντος προσώπου ή ενός πολιτισμού που κάποτε έθαλλε και έχει παρέλθει.

Το ποίημα χρονολογείται στα 1923.  Η Μικρασιατική καταστροφή έχει συντελεστεί. Η επικράτηση των εθνικισμών επιφέρει την πόλωση των ελληνικών πληθυσμών μέσα στα σύνορα του ελλαδικού κράτους. Οι πολυάνθρωπες κοσμοπολιτικές πολιτείες, όπως και η πολιτισμική εμβέλεια της ελληνικής γλώσσας, φθίνουν και συρρικνώνονται. Τη μελέτη πολιτισμικών εκδοχών της ελληνικότητας προτείνει, «ως ενδιαφέρουσα δουλειά των συγγραφέων», ο Καβάφης στα 1930: «να ξεδιαλύνουν ό,τι στοιχείον ιδιάζον έχει ηθών, ή στάσεως, ή συνηθειών: βέβαια ελληνικόν πάντα κατά βάθος, αλλά διαπλασθέν υπό βιοτικούς όρους όχι αποκλειστικά ελληνικούς». Την πρόταση του Καβάφη την προσυπογράφει ο Κ. Θ. Δημαράς: «Ακριτική κατεξοχήν φαίνεται η λογοτεχνία μας: η τριβή με τον ξένο αναπτύσσει την ηθική συνείδηση, ενώ ταυτόχρονα διευκολύνει τις ξένες επιδράσεις» (1948).

Μαρία Ρώτα
Επίκουρη Καθηγήτρια Νεοελληνικής Φιλολογίας ΕΚΠΑ